"mirage III" ΔΛ Gallery / 2023 - 24
ΙΣΟΤΟΠΑ
Οι εικαστικές προτάσεις σ’ ένα έργο “περιβάλλοντος” ή “εγκατάστασης“, (όπως οι μεταγλωττισμένοι αυτοί όροι τείνουν στη χώρα μας νακαθιερωθούν), είναι, πάνω απ’ όλα, ένα είδος εξωλεκτικής επικοινωνίας. Μιας επικοινωνίας που βασίζεται σ’ ένα πολυεπίπεδο μεταφορικό σχήμα, μεσυνθετότητα συμβολισμών.
Το έργο της τέχνης στην σύστασή του, απ’ την άλλη πλευρά, δεν περιλαμβάνει το κήρυγμα, ούτε την ρητορεία. Στοχεύει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μεεικονιστικές ή ανεικονικές προθέσεις, να κινητοποιήσει το νου, να δραστηριοποιήσει την μνήμη, ναενεργοποιήσει την φαντασία, θίγοντας ζητήματα που αφορούν την υπαρξιακή αγωνία του κοινωνικοποιημένου και υποχρεωτικά πολιτικοποιημένου ατόμου, με την ευρεία έννοια αυτών των σημασιών.
Στην παγκόσμια, κλειστή “πολιτεία” των ηλεκτρονικών πληροφοριών που ζούμε, τροφοδοτούμενοι καθημερινά με αλληλεπερχόμενες ειδήσεις, που είτε εξουδετερώνουν η μια την άλλη, είτε δεχόμαστε ποικιλοτρόπως τις επιπτώσεις τους, δεν μπορούμε εύκολανα συνειδητοποιήσουμε πόσο και τι πράγμαμας αφορά άμεσα, τους πολίτες του κόσμου και των απομακρυσμένων παράλληλα από τα γεγονότα, τόπων. Ποιές μπορούν να είναι οι ευθύνες μας σεκάτι που δεν ορίζουμε, ποιές τραγωδίες μας αναλογούν, χωρίς την συμμετοχική μας σύμπραξη, ποιά συναίσθηση οφείλει να μας καθορίζει κι εν πάσειπερίπτωσει ποιά κοινή μνήμη, μοίρα και τύχη μας ενώνει ή μας διαφοροποιεί;
Πέρασαν είδη δέκα χρόνια από ένα τεράστιας σημασίας γεγονός που ήταν η καταστροφή στο Τσέρνομπιλ. Καταστροφή που είχε επιπτώσεις στην ανθρώπινη ζωή, στο περιβάλλον, στην επιστήμη στην τεχνολογία, στην οικονομία και κυρίως στη ιδεολογία.
Μέσα σε αυτήν την δεκαετία άλλαξαν πολλά, αλλά και λησμονήθηκαν πολλά. Για την γενιά που εν τω μεταξύ φύτρωσε, την άλλη που ανδρώθηκε κι εκείνη που ωρίμασε σ’ αυτά τα δέκα χρόνια (εφόσον κι ο χρόνος που κυλά, πλέον καλλιεργεί διαφορετική αίσθηση απ’ ότι στην περίοδο πριν τηνηλεκτρονική επανάσταση), το γεγονός της κοινής μνήμης του Τσέρνομπιλ λειτουργεί όπως το Προπατορικό Αμάρτημα. Τουλάχιστον, για όσουςευθύνονται έμμεσα αλλά ωστόσο χρεώνονται το αποτέλεσμα ή το υφίστανται άμεσα.
Ο Νίκος Σαμαράς, ως συνειδητοποιημένος καλλιτέχνης, δημιουργεί την δική του “εγκατάσταση“. Πρόκειται για το “περιβαλλοντικό“ του έργοΙΣΟΤΟΠΑ, με βάση το οποίο μας μυεί στις σημασίες αυτού του δράματος που συνέβη και που άνα πάσα στιγμή μπορεί να ξανασυμβεί.
Με νύξεις που θίγουν την ιδιοτυπία της “προπατορικής” ενοχής, μιας έννοιας που προέρχεται από τις Γραφές, έχοντας επιρρεάσει τις κουλτούρες πολλών λαών, ο σύγχρονος αυτός καλλιτέχνης, θέτει ξανά το ζήτημα επί τάπητος, μέσα όμως από μια πρωτότυπη οπτική γωνία. Δημιουργεί αναγωγέςμνήμης, μέσα από οικειότερα για μας σύμβολα. Χρησιμοποιεί τις φόρμες των νιπτήρων που υπάρχουν στα νηπιαγωγεία της “προσχολικής” θα λέγαμεηλικίας, εκεί που ο Πόντιος Πιλάτος, μιας άλλης Ιστορίας, έπλυνε τα δικά του χέρια, προκειμένου φαρισαϊκά να απαλλαγεί από το χρέος ενόςεγκλήματος.
Παιδικοί νιπτήρες ή πυρηνικοί νιπτήρες με ψηφιακούς αριθμούς του ηλεκτρονικού χρόνου που κυλά, απαλλάσοντας τις στιγμές του παρελθόντος με εκείνες του μέλλοντος μας …
Παιδικοί νιπτήρες, μέσα σ’ ένα τσιμεντένιο αλλά αδιασφάλιστο πλαίσιο. Το πλαίσιο των διαρροών. Όλα διαρρέουν στο “περιβάλλον” αυτό που
δημιουργεί ο Νίκος Σαμαράς. Όλα διαρρέουν ενώ ακυρώνεται ο χρόνος, ο οποίος έχει σταματήσει στην στιγμή της έκρηξης. Μια στιγμή, που διαστέλλειτην μνήμη προς την “αιώνια” και μυθική πλέον διάστασή της, μεταφέροντας προς εμάς το αίσθημα της ευθύνης του ανεξέλεκτου, την ευθύνη της ενοχής, μέσα στην περίοδο της ηλεκτρονικής ευημερίας όπου ζούμε.
Μέσα από τον τύπο της εξωλεκτικής και εικονοπλαστικής επικοινωνίας που επιλέγει για να δημιουργήσει την “εγκατάστασή” του ο Νίκος Σαμαράς, δενεπιδιώκει τόσο να μας μεταβιβάσει το συναίσθημα ενός εκτοπίσματος από τα γεγονότα εκείνα, όσο να μας υποβάλλει αινιγματικά ερωτήματα, αναφορικάμε τις αντιστάσεις μας. Τις αντιστάσεις μας τις ηθικές και ψυχοδυναμικές που έχουν ωστόσο και εκείνες καεί, όπως σ’ ένα ηλεκτρικό κύκλωμα. Έχουναδρανοποιηθεί, μας έχουν ακινητοποιήσει το θυμικό στοιχείο και τον στοχασμό.
Ο καλλιτέχνης προσπαθεί να επανενεργοποιήσει τα φορτία μας. Κυρίως όμως, μέσα από αυτό του το έργο, θέτει το ζήτημα λειτουργείας της μνήμης επίτάπητος, χωρίς νοσταλγίες, παλαιορομαντισμούς και ψευτοδιλήμματα ιδεολογικής υφής. Για το λόγο τούτο, παραθέτει τα “στοιχεία” του, που είναι και δομοσυστατικά στοιχεία του έργου του, ως testimonia, ως μαρτυρίες ενός ημερολογίου γεγονότων που καθηλώθηκαν στον χρόνο, επιζητώντας τηνδική μας “αποκαθήλωση“.
Η γλώσσα της Τέχνης είναι όχι δραστήρια αλλά δραστική, όπως δηλώνεται στην συγκεκριμένη περίπτωση, ανασυστήνοντας την λειτουργεία του έργουως εκφραστικού μέσου, ως παρεμβατικού τρόπου, ως μορφικής ιδέας, για την αναθεώρηση στάσης της δικής μας ζωής. Της ζωής μας απέναντι στοπαρελθόν που χρεωνόμαστε, απέναντι στο μέλλον που προσχεδιάζουμε, όπως στο φαντασιωτικό παιχνίδι της προσχολικής μας, μοιραίας κάποτεηλικίας, για όσα συνήθως ραδιενεργά και “άλλα” ακολουθούν.
Αθηνά Σχινά
Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης“
ESOTOPES
The proposals of visual art in an “environment” or “installation” work is, above all, a kind of non-verbal communication – a communication based on a multi – level metaphor, with a composite-ness of symbolism. The work of art in its constitution does not, on the other hand, include preaching, or rhetoric. Its purpose is, in one way or another, by figurative or on – figurative interiors, to mobilise the mind, to activate the memory, to energise the imagina-tion, touching upon issues which concern the existen tial Angst of the socialised and, necessarily, politicised individual, in the broad sense of those terms.
In the world-wide, closed “society” of electronic information in which we live, fed day with news items coming one close upon the other, which either cancel each other out or whose effects we extent, is our concern as citizens of the world and of places which at the same time are remote from the events.
What can our responsibilities be in a matter which we do not ourselves determine, what tragedies, without our being actively involved, fall to our lot, what consciousness should define us, and, at all events, what common memory, fate and fortune unite us or differentiate between us?
Ten years have now passed since an event of vast significance – the Chernovil disaster – a disaster which had its implications for human life, for the envi-ronment, for science, for technology, for the economy, and above all, for ideology.
In the course of this decade, much has changed – and much has been forgotten. For the generation which in the meantime sprang up, for that which grew up, and for that which came to maturity in those ten years (given that the passage of time now fosters a feeling which differs from that in the period before the electronic revolution), the fact of the shared memory of Chernovil functions like the Original Sin – at least for those who are indirectly responsible, but who nevertheless are taxed with the result or suffered it directly.
Nikos Samaras, as an artist of awareness, has created his own “installation”. This is his “environmental” work ESOTOPES, on the basis of which he initiates us into the meanings of the tragedy which occurred, and which could happen again at any time.
By means of hints which concern the special nature of “original” guilt, a concept drawn from the Scriptures and one which was influenced the cultures of many peoples, this artist of our time puts this question back on the agenda, but from an original viewpoint, He creates evocations from the memory bymeans of symbols which are more familiar to us. He uses the forms of the washbasins which one can see in Kindergartens for what we could call the “pre-school” age, where Pontius Pilate, in another Story, washed his hands, to rid himself hypocritically of the imputation of a crime.
Children’s washbasins, or nuclear washbasins with digital numbers from on-going electronic time, alternating moments from the past with those of our future…
Children’s washbasins, in a concrete, but unsecured, framework: the framework of leaks.
Everything leaks out into this “environment” which Nikos Samaras creates. Everything leaks out, while time, which has stopped at the moment of the explosion, is cancelled. this is a moment which expands the memory towards its “eternal” and now mythi cal dimension, conveying to us the sense of respon sibility for the uncontrolled, the responsibility of guilt, in the period of electronic prosperity in which we live.
Through the type of non-verbal and image-making, communication which Nikos Samaras has chosen to create his “installation”, his purpose is not so much to convey the feeling of a displacement from these events, as to ask us enigmatic question to do with our resistances, our moral and psychodynamic resistances, which have themselves been out, like an electric circuit. They have been rendered inactive; our affective element and our reflective thought have been immobilised.
The artist attempts to re-activate our charges.
Above all, however, through this work, he puts before us the question of the function of the memory, without nostalgia, without outdated romanticism, and without false dilemmas of an ideological cast. For this reason, he presents his “evidence”, which is also features which make up the structure of his work, as testimo-nia, as depositions from a journal of events which have been transfixed in time, thus seeking our own “descent from the cross”.
The language of art is not vigorous – it is drastic, as is made manifest in this specific instance; it reconstitutes the function of the work as a means of expression, as a mode of intervention, and as a shaping idea for the revision of attitudes in our own life: our life in relation to the past which is charged against us, and in relation to the future which we are mapping out, as we did in the game of fantasy of our, once fateful, preschool years, for the radio-activity and the
“rest” which usually follow.
Athena Schina
Art critic and historiar